Μετά τις σπουδές του στην Ιταλία και το Παρίσι, επιστρέφει στη Λευκάδα και διορίζεται εισαγγελέας της Πολιτείας των Ιονίων Νήσων. Μυείται στη Φιλική Εταιρεία το 1817 και με τη σπουδαία και ριψοκίνδυνη δράση του, καταξιώνεται ως κορυφαίος Φιλικός στη Λευκάδα. Είναι ιδιαίτερα γνωστός για το εξής τόλμημα: Με διαταγή των Άγγλων, οι Λευκαδίτες υποχρεώθηκαν να παραδώσουν τα όπλα τους στην εισαγγελία, αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης. Ο εισαγγελέας Ι. Ζαμπέλιος, σε συνεννόηση με τον βαρκάρη Αθηνιώτη, διοχέτευσε τα κατασχεμένα όπλα στην επαναστατημένη Ακαρνανία! Έγραψε δώδεκα τραγωδίες εθνικού περιεχομένου και λυρική ποίηση στο γλωσσικό ιδίωμα του Κοραή.
Γιος του Ιωάννη Ζαμπελίου. Ιστορικός με ευρωπαϊκή προβολή. Θεμελιωτής της θεωρίας που δέχεται την αδιάκοπη ιστορική συνέχεια του Ελληνισμού. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στη Λευκάδα, ενώ συνέχισε τις σπουδές του στην Ιταλία. Έγραψε ιστορικά και φιλολογικά έργα με σπουδαιότερο το σύγγραμμα «Βυζαντιναί μελέται» (1857). Διακρίθηκε και ως μυθιστοριογράφος.
Γεννήθηκε στη Λευκάδα. Σπούδασε Νομικά στη Γενεύη και στο Παρίσι. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στη μόνιμη κατοικία του στην πόλη της Λευκάδας και στο ιδιωτικό νησάκι του Μαδουρή. Απουσίαζε μόνο κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του στην Αθήνα και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση αλλά και με την ιστορία, τη λαογραφία, ενώ μας άφησε και γοητευτικά πεζογραφήματα. Η ποίησή του είναι φυσιολατρική, κυρίως όμως δονείται από την αγάπη του για την πατρίδα και τον θαυμασμό του για τους αγωνιστές της προεπαναστατικής περιόδου και του 1821. Από το 1854, για πολλά χρόνια, εκπροσώπησε τη Λευκάδα στην Ιόνιο Βουλή. Διακρίθηκε ως ρήτορας και από τις γραμμές των Ριζοσπαστών αγωνίστηκε για την ένωση των Επτανήσων. Όταν το όνειρο έγινε πραγματικότητα, πέρασε στην Εθνική Βουλή, όπου και εκφώνησε τον μνημειώδη χαιρετισμό των Επτανησίων, στην πρώτη συμμετοχή τους στο ελληνικό Κοινοβούλιο, προκαλώντας παραλήρημα εθνικού ενθουσιασμού. Τα σπουδαιότερα ποιήματά του είναι τα τρία έπη: Η Κυρά Φροσύνη, ο Αθανάσιος Διάκος και ο Φωτεινός.
Λογοτέχνης, μεταφραστής, δημοσιογράφος, εκπαιδευτικός. Γεννήθηκε στη Λευκάδα από Ιρλανδό πατέρα και μητέρα από τα Κύθηρα. Οι γονείς του χώρισαν και τον μεγάλωσε στο Δουβλίνο η ιδιόρρυθμη θεία του. Μετανάστευσε στο Οχάιο όπου ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία και από το 1889 εγκαταστάθηκε στην Ιαπωνία. Εκεί, παντρεύτηκε την κόρη ενός σαμουράι, έγινε Ιάπωνας πολίτης, ασπάστηκε τον Βουδισμό και εργάστηκε ως καθηγητής αγγλικών. Άφησε σπουδαία λογοτεχνικά και φιλολογικά έργα (και στα Αγγλικά και στα Ιαπωνικά) και θεωρείται εθνικός συγγραφέας της Ιαπωνίας. Με τα βιβλία του επηρέασε τη δυτική κοινή γνώμη υπέρ της Ιαπωνίας και συνέβαλε στη διάσωση και ανάδειξη των ιαπωνικών λαϊκών μύθων και παραδόσεων. Τα πιο γνωστά έργα του είναι: Japan: An Attempt at Interpretation (1904), Exotics and Retrospectives (1898), In Ghostly Japan (1899), Shadowings (1900), A Japanese Miscellany (1901) και Kwaidan (1904).
Πολυεπιστήμων, ολυμπιονίκης, ποιητής, ζωγράφος, πολιτευτής. Σπούδασε Νομική, Θεολογία και Ιατρική. Δημοσίευσε πολλές ποιητικές συλλογές. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 στην Αθήνα, πήρε τη δεύτερη θέση στα 800 μέτρα.
Μέγιστος ποιητής και εξάγγελος της Δελφικής Ιδέας. Συγκέρασε στην ποίησή του τις αρχαιοελληνικές με τις χριστιανικές αξίες δίνοντάς της πανανθρώπινο χαρακτήρα. Οργάνωσε το 1927 και το 1930 τις Δελφικές Εορτές μαζί με την πρώτη του σύζυγο, την Αμερικανίδα Εύα Πάλμερ. Οραματίστηκε να καταστήσει τους Δελφούς παγκόσμιο κέντρο συναδέλφωσης των λαών. Στο πλαίσιο των Δελφικών Εορτών έγιναν οι πρώτες σοβαρές προσπάθειες για την αναβίωση του αρχαίου δράματος στη σύγχρονη Ελλάδα. Στα χρόνια της Κατοχής αναδείχτηκε πνευματικός ηγέτης του ελληνικού λαού, με κορυφαίο τόλμημά του τον επιτάφιο ποιητικό αποχαιρετισμό στον Παλαμά (1943) στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας. Έγραψε πολλά ποιήματα (Αλαφροΐσκιωτος, Πρόλογος στη ζωή, Μήτηρ θεού, Ακριτικά κ.λπ.), τραγωδίες (Σίβυλλα, Ο θάνατος του Διγενή κ.λπ.) διαλέξεις, δοκίμια, κ.ά.
Ποιήτρια, πεζογράφος, με συμμετοχή στο Φεμινιστικό Κίνημα, την Εθνική Αντίσταση και την Ειρηνιστική Κίνηση. Η πρώτη Ελληνίδα που βραβεύτηκε (1930) από την Ακαδημία Αθηνών για τη συλλογή διηγημάτων «Για λίγη αγάπη». Αργότερα, της απονεμήθηκε και το β’ βραβείο Λογοτεχνίας για Παιδιά (Ιστορίες για μεγάλα παιδιά) και το βραβείο των Φίλων Γιάννη Κορδάτου. Έργα της: Στο διάβα μου (1922), Ιστορίες για μεγάλα παιδιά (1938), Γυναικείες ψυχές (1945), Ο μεγάλος ποταμός (1953), Οι δρόμοι της ζωής (1957), κ.λπ.
Πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και για χρόνια χρονογράφος του Ριζοσπάστη. Σπούδασε Νομικά. Εργάστηκε για λίγο καιρό στη Διοίκηση και στη συνέχεια ως δικηγόρος στην Αθήνα. Έργα του: Η Πιάτσα (1930), Η Διχτατορία του Σατανά (1935), Το Μεράκι του Άρχοντα (1939) κ.λπ.
Λογοτέχνης βραβευμένος με δύο κρατικά βραβεία λογοτεχνίας (1958 και 1963). Έγραψε ποιήματα και εξέδωσε τρεις συλλογές διηγημάτων. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση αρχαίων Ελλήνων τραγικών, τη δημοσιογραφία και το σκίτσο. Έργα του: Πέρα από την όχθη, Πορεία μέσα στη νύχτα, Πολιτεία ξέσκεπη, κ.λπ. Του ανήκει σχεδόν εξολοκλήρου το επίτευγμα των λευκωμάτων που εξέδωσε η Εταιρεία Λευκαδικών Μελετών Βαλαωρίτης και Σικελιανός.
Διεθνούς αναγνώρισης βυζαντινολόγος και σπουδαίος μελετητής της σύγχρονης ιστορίας μας. Έζησε και διέπρεψε στο Παρίσι. Αθεράπευτος νοσταλγός, επέστρεψε στην πατρίδα μόλις του δόθηκε η ελληνική ιθαγένεια, όπου εγκαταστάθηκε και πρόσφερε μέχρι το τέλος της ζωή του ποικίλες επιστημονικές υπηρεσίες (όπως στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών). Η προτομή του βρίσκεται πλάι στη Βιβλιοθήκη του, στην πλατεία Μαρκά.
Ζωγράφος με παγκόσμια αναγνώριση, από τους πρωτοπόρους του αφηρημένου εξπρεσιονισμού στην Αμερική. Σε ηλικία 21 ετών οργάνωσε την πρώτη του σημαντική έκθεση στη Νέα Υόρκη. Ήταν ο νεότερος ανάμεσα στους Μαρκ Ρόθκο, Μπάρνετ Νιούμαν και Τζάκσον Πόλοκ, που άλλαξαν τα πράγματα στη ζωγραφική. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του εγκαταστάθηκε στη Λευκάδα όπου πέθανε και τάφηκε. Η δημοτική Αίθουσα Τέχνης φέρει τιμητικά το όνομά του.
Σπουδαίος υπερρεαλιστής ποιητής, πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και πανεπιστημιακός δάσκαλος. Μετέφρασε πρώτος στα αγγλικά Έλληνες ποιητές της γενιάς του ’30. Στην Αγγλία συνδέθηκε με τον Έλιοτ και τον κύκλο του, στο Παρίσι με τον Αντρέ Μπρετόν και τους υπερρεαλιστές. Στην Ελλάδα διηύθυνε (1989-1995) τα υπερρεαλιστικά περιοδικά «Πάλι» (1963-1967) και «Συντέλεια» με τον ποιητή Αντρέα Παγουλάτο. Από το 1968 και για 25 χρόνια δίδαξε συγκριτική λογοτεχνία και γραφή στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο.
Διεθνούς αναγνώρισης καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας με σπουδαίο συγγραφικό έργο και αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ιδρυτικό μέλος και για χρόνια Πρόεδρος της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών.
Φιλόλογος, μεταφραστής, συγγραφέας και λαογράφος. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Κάβαλο Λευκάδας. Αποφοίτησε το 1950 από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εμφανίστηκε πρώτη φορά στα γράμματα το 1946 μέσα από τη στήλη χρονογραφήματος της εφημερίδας «Φοιτητική Φωνή». Υπηρέτησε για πάνω από 30 χρόνια τον χώρο της εκπαίδευσης, υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών, πρωτοστάτης των Γιορτών Λόγου και Τέχνης, δραστήριος ερευνητής, αφήνοντας παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές ένα πλουσιότατο συγγραφικό έργο σχετικά με τον πολιτισμό, τις λαϊκές παραδόσεις και την ιστορία της Λευκάδας.
Σημαντικότατη Ελληνίδα μέτζο-σοπράνο με διεθνή καριέρα. Γεννήθηκε στη Λευκάδα, αποφοίτησε το 1965 από το Εθνικό Ωδείο και τελειοποίησε τις σπουδές της στο Μόναχο με υποτροφία που έλαβε από το Σωματείο Μαρία Κάλλας. Πρωτοεμφανίστηκε στην Όπερα της Φρανκφούρτης το 1968 με το έργο οι «Γάμοι του Φίγκαρο». Έκτοτε έχει ερμηνεύσει πολυάριθμους ρόλους στις μεγαλύτερες διεθνείς όπερες, έχει τιμηθεί με πολυάριθμες διακρίσεις και είναι επίτιμο μέλος της Κρατικής Όπερας της Βιέννης.