Το λευκαδίτικο δομικό σύστημα έχει ιδιομορφίες. Mετά τον καταστρεπτικό σεισμό του 1825 η πόλη ανοικοδομήθηκε εκ νέου με βάση τον αγγλικό αντισεισμικό κανονισμό.
Τα σπίτια έχουν πέτρινο ισόγειο και ελαφρύ ξύλινο όροφο (ή ορόφους) με υποστυλώματα, ποντέλλα, που μεταφέρουν το φορτίο απευθείας στα θεμέλια του κτηρίου και όχι στους πέτρινους τοίχους του ισογείου. Ο ξύλινος σκελετός πληρώνεται (γεμίζει) με πλινθοδομή.
Στα φτωχόσπιτα, για το γέμισμα χρησιμοποιούνταν φθηνότερα υλικά, όπως αποξηραμένο σπάρτο επιχρισμένο με λάντσα ή μείγμα ασβέστη, ψιλής άμμου και νερού. Η επικάλυψη γίνεται στο εσωτερικό με σοβά και εξωτερικά, στο ισόγειο, με σοβά ή -σπανιότερα- παραλείπεται. Ο όροφος «θωρακιζόταν» με σανίδες είτε με σοβά είτε (στα μεταγενέστερα χρόνια) με -την οικονομικότερη- λαμαρίνα. Σε κάποιες περιπτώσεις έμενε ανεπίχριστος. Η επένδυση πρόσφερε προστασία από την (έντονη) υγρασία, λειτουργώντας ταυτόχρονα και ως θερμομόνωση. Η χρήση λαμαρίνας στο εξωτερικό, βαμμένη στις μέρες μας με διαφορετικά σε κάθε σπίτι χρώματα, δίνει χαρακτηριστική εμφάνιση στην πόλη. Η γειτνίαση του νησιού με την Ήπειρο είχε ως αποτέλεσμα οι φημισμένοι Ηπειρώτες χτίστες να περάσουν στο νησί και να αφήσουν τη σφραγίδα τους σε λιθοδομές, αγκωνάρια, πλαίσια περίτεχνων παραθύρων και θυρών, εκκλησίες και σπίτια.
Την κεντρική πλατεία της πόλης πλαισιώνουν όμορφα δείγματα της λευκαδίτικης αρχιτεκτονικής, όπως το τριώροφο κτήριο της οικογενείας Σταματοπούλου, στη βορειοδυτική γωνία της πλατείας.
Μέχρι το 1942 υπήρχε και ένα κτήριο παραδοσιακής κατασκευής όπου λειτουργούσε η λέσχη Ομόνοια. Το κτήριο επιτάχθηκε (1941) από τους Ιταλούς (οι οποίοι είχαν βαφτίσει την πλατεία Piazza della Vittoria), στέγασε τη Λέσχη των αξιωματικών τους και κάηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1943, που ξεκίνησε από την ίδια τη Λέσχη. Στη νοτιοδυτική πλευρά της πλατείας βρίσκεται ο Ναός του Αγίου Σπυρίδωνα. Στην πλατεία πραγματοποιούνται διάφορες δημόσιες εκδηλώσεις, όπως δεήσεις κατά τους επιταφίους και τις λιτανείες, συναυλίες της Φιλαρμονικής, προεκλογικές συγκεντρώσεις κομμάτων κ.λπ.
Μποσκέτο αποκαλούν οι Λευκαδίτες το μικρό πάρκο που βρίσκεται στην παραλία και «φιλοξενεί» τις προτομές των σπουδαίων λογοτεχνών που γεννήθηκαν στο νησί, όπως του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, του Άγγελου Σικελιανού, του Λευκάδιου Χερν, του Δημητρίου Γολέμη και της Λευκαδίτισσας Κλεαρέτης Δίπλα–Μαλάμου. Τα τελευταία χρόνια ονομάζεται και Κήπος των Ποιητών.
Τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Βαλαωρίτη (1925) έγιναν με τη λαμπρότητα και τη συναισθηματική φόρτιση που ταίριαζε στον εθνικό ποιητή και εθνικό ηγέτη των Λευκαδιτών, με επίκαιρες απαγγελίες από τους Παλαμά, Σικελιανό, Σκεδαρέση, κ.ά., με τη συμμετοχή της τότε Κυβέρνησης, ενός πλήθους Λευκαδιτών αλλά και επισκεπτών από όλη την Ελλάδα.
Ένα από τα πιο πρόσφατα αποκτήματα της Λευκάδας είναι η μαρίνα της, η πλέον σύγχρονη της Ελλάδας, που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της πόλης. Έχει δυνατότητα ελλιμενισμού 500 σκαφών και οι κτηριακές εγκαταστάσεις της διαθέτουν: πύργο ελέγχου, κτήριο πολλαπλών χρήσεων, γραφεία ναυτικού ομίλου, συγκροτήματα γραφείων και καταστημάτων, μικρό ξενοδοχείο, μονάδα επισκευής και συντήρησης σκαφών, χώρους στάθμευσης 455 αυτοκινήτων, χώρους χειμερινής παραμονής 300 σκαφών, οδικό δίκτυο και χώρους πράσινου. Έχει συνολικό μήκος κρηπιδωμάτων 1.700 μέτρων και πλωτές προβλήτες μήκους 940 μέτρων. Είναι μια πόλη μέσα στην πόλη της Λευκάδας, με τη δική της ζωή, με μπαρ και εστιατόρια που επισκέπτονται και οι μη έχοντες σκάφοι για να απολαύσουν τις ανέσεις της και τον γοητευτικό «υγρό καθρέφτη» του διαύλου, με τις φαντασμαγορικές ανατολές και τη μυσταγωγία του σεληνόφωτος.